28 Μαρ 2015

THE DAY AFTER




K.Μαραγκός για το Avantgarde

Ο Σύριζα κέρδισε τις εκλογές με την υπόσχεση να καταργήσει τα μνημόνια και να επαναδιαπραγματευτεί τη δανειακή σύμβαση, με τη διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του δημόσιου χρέους. Δύο μήνες μετά ο Τσίπρας δηλώνει στο πλάι της Μέρκελ από το Βερολίνο ότι «Είναι λάθος να λέμε ότι για όλα τα δεινά φταίνε οι ξένοι, φταίνε κάποιοι άλλοι, δε φταίμε εμείς καθόλου γι’ αυτό. Υπάρχουν… και ενδογενείς αιτίες που συνέβαλαν να μπει η Ελλάδα στην κρίση, τα πέντε χρόνια του προγράμματος δε βοήθησαν να αντιμετωπίσουμε αυτές τις αιτίες… άρα το συμπέρασμα που πρέπει βγει είναι ότι δεν πρέπει να γκρεμίσουμε ό,τι θετικό έγινε, αλλά να αλλάξουμε μείγμα πολιτικής για να αντιμετωπίσουμε αυτές τις παθογένειες και κοινός στόχος πρέπει να είναι η υλοποίηση μεγάλων κι αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα… κοινός στόχος είναι ότι αλλάζοντας τις προτεραιότητες της πολιτικής και έχοντας συναίνεση κοινωνική στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, μπορούμε να προχωρήσουμε και να ολοκληρώσουμε διαδικασία δημοσιονομικής προσαρμογής που θα δώσει τη δυνατότητα στην Ελλάδα να ξεπεράσει την κρίση!». Είναι προφανές, όπως και να ερμηνεύσει κανείς αυτά τα λόγια, ότι όχι μόνο οι προεκλογικές υποσχέσεις, αλλά ακόμα και οι εξαγγελίες των πρώτων ημερών έχουν πάει περίπατο. Εδώ δεν υπάρχει καμία πλέον αμφισβήτηση των μνημονιακών στόχων. Το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής πρέπει να ολοκληρωθεί και μαζί με αυτό να προχωρήσουν οι «αναγκαίες διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις».  Πάνω σε αυτή τη βάση μπορούν να συζητηθούν οι λεπτομέρειες, τα ισοδύναμα μέτρα του συντρόφου Κουβέλη, το διαφορετικό μείγμα πολιτικής του Σαμαρά και να μην τα γκρεμίσουμε όλα του Σταύρου Θεοδωράκη. Αλλά μετά από όλα αυτά θα μας πει κανείς, από οποιαδήποτε τάση του Σύριζα, τι ακριβώς έχει απομείνει από την «λαϊκή εντολή» της 25ης Γενάρη;

Κυβέρνηση σε επιστασία και υπό ασφυξία

Βεβαίως το πρόβλημα δεν ξεκινάει με τις δηλώσεις του Τσίπρα στο πλάι της μελιστάλακτης Μέρκελ. Η μεγάλη στροφή γίνεται στις 20 Φλεβάρη όταν η κυβέρνηση υπογράφει την συμφωνία του Eurogroup με την οποία παρατείνεται η δανειακή σύμβαση, αλλά και το μνημόνιο που προϋποθέτει την εκταμίευσή της, για ακόμα 4 μήνες. Μπορεί στην προπαγάνδα του, το Μαξίμου να σκαρφίστηκε ότι αυτό ήταν μια μεγάλη επιτυχία γιατί «η χώρα δεν έπεσε στα βράχια», όμως η ουσία είναι ότι αντί να σκίσει τα μνημόνια πλέον ζητούσε την παράταση και την εκταμίευση της τελευταίας δόσης, αφού πρώτα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση του τρέχωντος προγράμματος από τα κλιμάκια της τρόικα στην Αθήνα. Η κυβέρνηση επίσης παρουσίασε τη συμφωνία ως μια εκεχειρία. Πρόκειται για ακόμα ένα επικοινωνιακό τέχνασμα. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μονομερή εκεχειρία, καθώς κάθε νομοθέτημα θα πρέπει να έχει την έγκριση των δανειστών, ενώ παραμένει η δέσμευση για ολοκλήρωση του τρέχωντος προγράμματος.

Η κυβέρνηση ακολουθώντας μια εντελώς αλλοπρόσαλλη τακτική καθυστερήσεων, χωρίς να περιμένει κάτι συγκεκριμένο στον ορίζοντα, πέρα από μια ακαθόριστη αλλαγή των συσχετισμών στην Ισπανία στο τέλος του χρόνου, συνεχίζει να πέφτει στις παγίδες που στήνουν κάθε τρεις και λίγο οι εταίροι της. Όταν τα κλιμάκια που έφτασαν στην Αθήνα μετά τη συμφωνία του Eurogroup δεν πήραν τις απαντήσεις που ήθελαν και η λίστα Βαρουφάκη συνέχισε να κινείται σε ένα ασαφές πεδίο, οι στρόφιγγες του Ντράγκι άρχισαν να κλείνουν ασφυκτικά. Η ρευστότητα προς τις ελληνικές τράπεζες από τον ELA, ρέει με το σταγονόμετρο ίσα για να μην προκληθεί έμφραγμα, αφήνοντας μια ελάχιστη χαραμάδα ανακύκλωσης του χρέους με την αγορά εντόκων γραμματίων προκειμένου να πληρωθούν οι δόσεις προς το ΔΝΤ μέσα στο Φλεβάρη. Πλέον ύστερα από την απόφαση της ΕΚΤ της 24ης Μαρτίου απαγορεύτηκε δια ροπάλου η αγορά εντόκων γραμματίων και ως εκ τούτου δεν υπάρχει πλέον καμία ανοιχτή πηγή αναχρηματοδότησης του χρέους. Η απόφαση αυτή έρχεται να πιστοποιήσει τα αποτελέσματα της 8μερούς συνάντησης στο περιθώριο της σύσκεψης κορυφής της ΕΕ στις 19 Μάρτη, αλλά και της επίσκεψης Τσίπρα στο Βερολίνο. Όσο κι αν η ελληνική πλευρά ζητάει μερικές ανάσες ακόμα (1,2 δις από τον EFSF και το 1,9 δις από την ΕΚΤ) η απάντηση των «θεσμών» συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο. Αν η ελληνική κυβέρνηση δεν παρουσιάσει μια κοστολογημένη λίστα μεταρρυθμίσεων (σε επικαιροποίηση της «ασαφούς» λίστας Βαρουφάκη) δεν μπορεί να υπάρξει καμία εκταμίευση. Και όλα αυτά για να εκταμιευθούν το πολύ 2 δις, να μπαλωθούν οι ανάγκες του Απρίλη και η Αθήνα να μπορέσει μέχρι τότε να παρουσιάσει σύμφωνα με τον Μάρτιν Σούλτς «ένα αξιόπιστο, λεπτομερές και οριστικό σχέδιο».

Βήμα-βήμα η παράδοση

Η τακτική της ιεράς συμμαχίας (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ, Eurogroup) δεν είναι να ρίξει με νοκ άουτ την κυβέρνηση Τσίπρα. Εξάλλου υπάρχει και κάτι καλύτερο από μια ηρωική πτώση της που ωστόσο θα κράταγε ζωντανό το πολιτικό της διακύβευμα: Ο πλήρης εξευτελισμός της. Η υποταγή της στο διευθυντήριο, η αποδοχή των μνημονίων, η υπογραφή της σε νέες δεσμεύσεις και η συνέχεια αυτής της πολιτικής. Αν κάποτε ο Αλιέντε πέθανε με το όπλο στο χέρι, αφήνοντας ανοιχτές τις εκκρεμότητες ενός τέτοιου σχεδίου, ο Τσίπρας πρέπει να εξοντωθεί πολιτικά με το μνημόνιο στο χέρι, για να το πούμε όσο πιο ευγενικά γίνεται. Η εντύπωση ότι ο στόχος δεν είναι η εδώ και τώρα ανατροπή του, μπορεί να καλλιεργεί την αυταπάτη ότι το παιχνίδι παραμένει ανοιχτό, ακόμα και για το πιο ψαγμένο στρατευμένο κοινό του Σύριζα, ότι έτσι «κερδίζουμε χρόνο για να επανέλθουμε δριμύτεροι όταν θα αλλάξουν οι συσχετισμοί στην Ισπανία» κα. Όμως κανένας συσχετισμός δεν θα αλλάξει αν η κυβέρνηση του Συριζα υπογράψει ένα νέο μνημόνιο, αφού πρώτα έχει αποδεχτεί ότι «θετικό έχει συμβεί μέχρι τώρα και την ανάγκη ολοκλήρωσης της δημοσιονομικής προσαρμογής». Όταν δηλαδή ο Σύριζα αποτελεί πλέον την μετεμψύχωση της ΔΗΜΑΡ των ισοδύναμων μέτρων και της επαναδιαπραγμάτευσης εντός ευρώ. (Και ως εκ θαύματος επανεφανίσθει ο μη ανιχνεύσιμος Κουβέλης για να μας πει ότι η λίστα είναι ήδη έτοιμη. Λείπει ο Μάρτης από τη Σαρακοστή;) Με αυτό το σύστημα παιχνιδιού δεν υπάρχει τίποτα άλλο πέρα από συνεχείς υποχωρήσεις στις απατήσεις της τρόικα δηλαδή στις απαιτήσεις της αστικής αντεπανάστασης.

Η κυβέρνηση εμμένοντας

Η ΑΠΟΚΤΗΝΩΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ





ΜΟΝΤΕΛΟ ΠΡΟΣ ΕΞΑΓΩΓΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ «ΘΑΥΜΑ»

Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΡΑΜΑΝΤΙΩΤΗ*

Πρέπει οπωσδήποτε να συνεχιστεί στην αγορά εργασίας η μεταρρυθμιστική πνοή που έχει καταλάβει τη νεοφιλελεύθερη Ε.Ε. Αυτό αποφάσισε το Συμβούλιο των Υπουργών Εργασίας στην τελευταία συνεδρίασή του, την προηγούμενη εβδομάδα. Για να διατηρηθεί η μεταρρυθμιστική πνοή, μάλιστα, επιστρατεύονται μια σειρά εκφράσεις που ηχούν «άκακες» στα αφτιά: Επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο μέσω της εκπαίδευσης και της κατάρτισης για την αύξηση της παραγωγικότητας. Επανένταξη των μακροχρόνια ανέργων στην αγορά εργασίας. Βελτίωση των φορολογικών συστημάτων για να υποστηρίξουν τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Εκσυγχρονισμός των συστημάτων κοινωνικής προστασίας για να παρέχουν αποτελεσματική προστασία για όλους.
Μέχρι εδώ, τίποτε καινούργιο. Οι ειδικοί του μάρκετινγκ έχουν ρίξει όλα τα όπλα τους στην προσπάθεια να βρουν τις όμορφες εκφράσεις που θα αποκρύπτουν την πραγματικότητα της αγοράς εργασίας στην Ευρώπη. Μια ματιά στην Ελλάδα της εκτεταμένης ανεργίας και της διευρυμένης ημιανεργίας θα μπορούσε να είναι αποκαλυπτική για τις «κατευθυντήριες γραμμές στις πολιτικές απασχόλησης». Ούτε κι αυτό όμως είναι ολόκληρη η εικόνα.
Γιατί; Απλούστατα, διότι στην πρωτοπορία της εργασιακής απορρύθμισης, ακόμη πιο μπροστά κι από την Ελλάδα των μνημονίων, βρίσκεται εδώ και χρόνια η Γερμανία. Δεν είναι μόνο τα χαμηλά μεροκάματα και οι διαβόητες πλέον mini jobs. Είναι πολύ περισσότερο ένα ολόκληρο σύστημα πραγματικού καιάδα για εργαζόμενους και άνεργους, που δημιούργησε το «γερμανικό εργασιακό θαύμα» των αρχών του 21ου αιώνα. Ένα «θαύμα» προς εξαγωγή, βεβαίως.

ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΥΜΑ

Καλεσμένος του Ινστιτούτου Ρόζα Λούξεμπουργκ βρέθηκε στην Ελλάδα τις προηγούμενες μέρες ο καθηγητής Εργασιακών Σχέσεων του Πανεπιστημίου της Γένας, Κλάους Ντέρε. Σε συναντήσεις και ενημερώσεις που πραγματοποιήθηκαν τις προηγούμενες μέρες, ο Ντέρε είχε την ευκαιρία να αναλύσει το γερμανικό εργασιακό μοντέλο. Να αποδομήσει, για την ακρίβεια, το γερμανικό εργασιακό θαύμα που προκαλεί ρίγη ενθουσιασμού στους κύκλους των νεοφιλελεύθερων διανοούμενων. Η γλώσσα των γερμανικών αριθμών δείχνει ότι το ποσοστό των ανέργων πέφτει για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, η αμειβόμενη εργασία αγγίζει επίπεδα ρεκόρ, εμφανίζονται αξιοσημείωτες ελλείψεις ειδικευμένου προσωπικού σε κάποιους τομείς της αγοράς εργασίας.
«Όποιος πει κάτι αρνητικό για το γερμανικό εργασιακό μοντέλο, συναντά την έκπληξη των συνομιλητών του», λέει ο Ντέρε, που συνδέει το «εργασιακό θαύμα» της Γερμανίας με τις μεταρρυθμίσεις Χαρτς επί καγκελαρίας του σοσιαλδημοκράτη Σρέντερ. Πίσω από το θαύμα, λέει ο Ντέρε, «κρύβεται μια τρομακτική επιστροφή και επέκταση της αναξιοπρεπούς εργασίας. Μια κατάσταση όπου η διεύρυνση των συνθηκών ανασφαλούς εργασίας και διαβίωσης θα επιβάλλει την πειθαρχία ακόμη και σε εκείνες τις κοινωνικές ομάδες που βρίσκονται ακόμη σε σχετικά σταθερές συνθήκες».

ΑΠΟΓΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΦΑΛΕΙΑΣ

«Την ίδια στιγμή που παρατηρείται αριθμός-ρεκόρ απασχολούμενων και η επίσημη ανεργία παρουσιάζει πτωτική πορεία», λέει ο Ντέρε, «η πραγματικότητα άλλα δείχνει». Πράγματι, στη μελέτη του η οποία την προηγούμενη εβδομάδα κυκλοφόρησε μεταφρασμένη στα ελληνικά (Το γερμανικό εργασιακό θαύμα- Μοντέλο για την Ευρώπη; Έκδοση του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ), ο καθηγητής δείχνει με αριθμούς ότι «ο όγκος των ολοκληρωμένων και πληρωμένων ωρών εργασίας μεταξύ 1991 και 2012 έχει μειωθεί εμφανώς περισσότερο από 10%. Ακόμη και μετά την κρίση του 2008-2009 ο αριθμός των εργαζομένων αυξήθηκε αρχικά γρηγορότερα από ό,τι ο όγκος των ωρών εργασίας. [...] Η αύξηση της απασχόλησης διαπιστώνεται όχι αποκλειστικά, αλλά σε μεγάλο βαθμό, στις επισφαλείς δουλειές».
Ο μειωμένος όγκος εργασίας συνοδεύεται από τη συνεχόμενη αύξηση της μη-τυπικής απασχόλησης: «Ήδη, πριν από την κρίση το ποσοστό της προσωρινής απασχόλησης, των συμβάσεων ορισμένου χρόνου, της μερικής απασχόλησης και της ελάχιστης εγγυημένης απασχόλησης ("μίνι" και "μίντι" δουλειές) αυξήθηκε κατά 46,2% μέσα σε δέκα χρόνια (1998-2008). Το 2008, 7,7 εκατομμύρια εργαζόμενοι κι εργαζόμενες δούλευαν με τις λεγόμενες "άτυπες" σχέσεις απασχόλησης (22,9 εκατομμύρια δούλευαν με κανονική απασχόληση). Σε αυτούς ήρθαν να προστεθούν 2,1 εκατομμύρια αυτοαπασχολούμενοι και αυτοαπασχολούμενες. Η ανοδική τάση της μη τυπικής απασχόλησης συνεχίστηκε και μετά την κρίση».
Ταυτόχρονα, ένα αξιοσημείωτο 23% των εργαζομένων απασχολούνται στη Γερμανία στο χαμηλόμισθο τομέα, που σημαίνει ότι βγάζουν λιγότερα από τα δύο τρίτα του λεγόμενου μέσου μισθού (σταθμισμένος μέσος όρος μισθών). Σχεδόν οι μισοί εργαζόμενοι σε μη-τυπική απασχόληση, αλλά και το 10,6% των κατόχων θέσεων πλήρους απασχόλησης, εργάζονται σε χαμηλά αμειβόμενους τομείς. «Η Γερμανία με την εκτεταμένη χαμηλόμισθη απασχόλησή της βρίσκεται στη δεύτερη θέση στην Ευρώπη, πίσω από τη βαλτική Δημοκρατία της Λιθουανίας. Συνολικά, το 42,6% των χαμηλόμισθων εργάζονται με μια τυπική σχέση εργασίας (20 και περισσότερες ώρες την εβδομάδα). Τα υψηλότερα ποσοστά τα συναντάμε στις γυναίκες (30,5%) και στους εργαζομένους κι εργαζόμενες χαμηλής εξειδίκευσης (45,6%). Τα τρία τέταρτα περίπου του συνόλου των χαμηλόμισθων διαθέτουν ολοκληρωμένη επαγγελματική κατάρτιση ή είναι κάτοχοι ακόμη και πτυχίου πανεπιστημίου».
Σημειώνεται ότι όλα τα παραπάνω συμβαδίζουν με τη στρατηγική χρησιμοποίηση της ενοικιαζόμενης εργασίας και των συμβάσεων έργου. Ενώ αρχικά οι ενοικιαζόμενοι εργαζόμενοι χρησιμοποιήθηκαν για να απορροφήσουν τον αντίκτυπο από την απότομη άνοδο της παραγωγής και την έλλειψη προσωπικού, τώρα εμφανίζεται μια διαφορετική τάση. Σε πολλές περιοχές της χώρας υπάρχουν εταιρίες όπου οι ενοικιαζόμενοι αναλαμβάνουν βασικά καθήκοντα.

ΟΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΧΑΡΤΣ

Το σημείο τομής για τη Γερμανία, στον τομέα των εργασιακών σχέσεων, ήταν οι μεταρρυθμίσεις Χαρτς, μία βασική πλευρά των οποίων ήταν

27 Μαρ 2015

Κλωβός Ασφαλείας


του Πετρολέκα Σπύρου

Στο εργατικό κίνημα ανέκαθεν, όταν οι εργαζόμενοι ενός κλάδου πετύχαιναν βελτίωση των συνθηκών της εργασίας και της ζωής τους, λειτουργούσαν πιλοτικά για ανάλογες διεκδικήσεις και για τους άλλους εργαζόμενους, ένας από τους λόγους που η αλληλεγγύη μεταξύ των εργαζομένων διαφορετικών κλάδων είναι δεδομένη. Αλληλεγγύη, που τα επιτελεία των εργοδοτών μας, μέσω ενός συγκεκριμένου μηχανισμού προπαγάνδας, προσπάθησαν να πλήξουν, ενεργοποιώντας τα «αντανακλαστικά της κοινωνίας» ενάντια σε ολόκληρους κλάδους – συντεχνίες κατ αυτούς – που κινητοποιούνταν, διαμαρτύρονταν, απεργούσαν.

Σε αυτό τον ίδιο μηχανισμό έχει ανατεθεί και η προπαγάνδιση στη κοινωνία και στους εργαζόμενους της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχει να κάνει – όσο κοινότυπο κι αν ακούγετε – με τη μεταφορά της χασούρας των πολυεθνικών στις πλάτες των εργαζόμενων, του «μοιράσματος δηλαδή της φτώχειας» ή αλλιώς «η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης», λες και θέλει πολύ μυαλό για να καταλάβεις ότι εδώ δεν πρόκειται για λιμό ή για πόλεμο, παρά μόνο για την επίθεση των παγκοσμιοποιημένων πια πολυεθνικών ενάντια στα δικαιώματα των εργαζομένων και ενάντια στο κοινωνικό κράτος. Μυαλό πολύ σίγουρα δε θέλει, σίγουρα όμως χρειάζεται προσοχή, να μην πατάμε τις μπανανόφλουδες του στυλ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ, Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ κτλ. γιατί αν την πατήσουμε και αποδεχτούμε τέτοιες γελοιότητες, τότε τα ήδη λίγα δικαιώματα που έχουν εναπομείνει θα εξαφανιστούν εν ριπή οφθαλμού, γιατί η Ε.Ε. των πολυεθνικών, έχει ήδη δημιουργήσει αλλά και δοκιμάσει σε άλλα κράτη και τα εργαλεία, και τους νόμους και τους τρόπους που απαιτούνται για την επιτυχία του στρατηγικού τους στόχου, να προστατέψουν δηλαδή και να πολλαπλασιάσουν τα κέρδη τους.

Θα φανεί πάλι κοινότυπο, αλλά πρέπει να επισημάνουμε, ότι η υλοποίηση αυτού του σχεδίου κρατάει εδώ και 20 χρόνια, αφού από το 1992 μέχρι το 2012, συμφωνήθηκαν από τις κυβερνήσεις των Ευρωπαϊκών κρατών, αλλά και με την σύμφωνη γνώμη όλων των κομμάτων που συμμετέχουν στα εθνικά κοινοβούλια – πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, συνθήκες που καταργούσαν στη πράξη εργατικά κεκτημένα που με πολύ κόπο, αγώνα και αίμα είχαν επιβάλει οι εργαζόμενοι.

Η Ενιαία Ευρωπαϊκή πράξη, η Συνθήκη του Μάαστριχτ και η Λευκή Βίβλος το 1993 όπου ήταν η υλοποίηση των στόχων των προηγούμενων δύο. Χαρακτηριστικά ανάμεσα

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ








Του ΑΝΕΣΤΗ ΤΑΡΠΑΓΚΟΥ


Ο νέος ρόλος που αποδίδεται στο ΤΑΙΠΕΔ στα σίγουρα επιχειρεί να ξεπεράσει τις επιδιώξεις και πρακτικές «ξεπουλήματος του δημόσιου πλούτου» που χαρακτήριζαν τις μνημονιακές κυβερνήσεις της τελευταίας πενταετίας. Εντούτοις θέτει σε κίνηση διαδικασίες αξιοποίησης της έγγειας δημόσιας περιουσίας οι οποίες σε γενικές γραμμές επαναφέρουν την φιλοσοφία των Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ). Πρόκειται για μια διαδικασία που είχε νομοθετηθεί το 2005 από την τότε νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της ΝΔ, και είχε αποτελέσει αντικείμενο επικρίσεων από το σύνολο των αριστερών δυνάμεων [π.χ. Μ. Παπαδόπουλος «ΣΔΙΤ : Απαιτείται απάντηση στην επίθεση των μονοπωλίων», Ριζοσπάστης 7-8-2005, Α. Ξηροτύρη «Άνευ όρων παράδοση στους ιδιώτες οι συμβάσεις ΣΔΙΤ», Αυγή 24-7-2005, Α. Ταρπάγκος «Το αριστερό εργατικό κίνημα απέναντι στις ΣΔΙΤ», περιοδικό Εκτός Γραμμής, τεύχος 8, 2005]. Μάλιστα αυτός ο τρόπος αξιοποίησης της περιουσίας του δημοσίου στην πραγματικότητα έτυχε εντελώς περιορισμένης εφαρμογής και υλοποίησης, πράγμα που προφανώς είχε να κάνει και με την κρίση του τραπεζικού συστήματος που προέκυψε μια τριετία αργότερα (2008), και την αδυναμία χρηματοδοτήσεων από την πλευρά του τραπεζικού κεφαλαίου.

Βέβαια ο προσανατολισμός του σύγχρονου νεοφιλελευθερισμού που ξεκίνησε να εφαρμόζεται στην ελληνική οικονομία εδώ και μια εικοσιπενταετία, περιελάμβανε ως βασική του παράμετρο την γενικευμένη ιδιωτικοποίηση κοινωφελών υπηρεσιών, δημόσιων επιχειρήσεων, τεχνικών υποδομών κλπ. Η πιο εμβληματική μορφή αυτής της πολιτικής ενσαρκώθηκε από τις Συμβάσεις Παραχώρησης στην χρηματοδότηση, λειτουργία και εκμετάλλευση μεγάλων δημόσιων έργων (Αττική Οδός, Γέφυρα Ρίου – Αντιρίου, Αεροδρόμιο Ε. Βενιζέλος), πράγμα που και συνεχίστηκε, ωστόσο με προβλήματα λόγω της καπιταλιστικής κρίσης, με την αντίστοιχη μορφή κατασκευής των επόμενων έξι μεγάλων αυτοκινητοδρόμων (Τμήμα Μαλλιακός – Κλειδί του ΠΑΘΕ, Άξονας Κεντρικής Ελλάδας κ.ά.), που ακόμη δεν έχουν ολοκληρωθεί. Το άμεσο αποτέλεσμα ήταν να φυτρώσουν σαν τα μανιτάρια ένα ολόκληρο δίκτυο πυκνών σταθμών είσπραξης διοδίων, τα οποία μάλιστα προσαυξήθηκαν στην πορεία, προκειμένου να χρηματοδοτούνται οι τράπεζες και οι κατασκευάστριες εταιρίες, και η χρήση των εθνικών αυτοκινητοδρόμων να γίνει οικονομικά δυσβάστακτη.

Η χρησιμοποίηση της μεθοδολογίας των ΣΔΙΤ βασίζεται σ’ αυτή την εμπειρία των Συμβάσεων Παραχώρησης (ιδιωτικοποίησης των τεχνικών υποδομών), ωστόσο σε μικρότερη κλίμακα, εφόσον οι σχετικές επενδύσεις για την αξιοποίηση τμημάτων της κρατικής περιουσίας τοποθετούνται σε χαμηλότερα επίπεδα. Εντούτοις η ίδια η ευρωπαϊκή εμπειρία που έχει αναδειχθεί, με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση της Πορτογαλίας, καταδεικνύει ότι αυτή η επενδυτική παρέμβαση του ιδιωτικού κεφαλαίου στην δημόσια περιουσία είχε καταστρεπτικά αποτελέσματα : Τα έργα που επιχειρήθηκε να πραγματοποιηθούν δεν κατόρθωσαν να καλύψουν τα έξοδά τους, με αποτέλεσμα το δημόσιο να καταβάλει τελικά στους επιχειρηματίες υπέρογκα ετήσια «ενοίκια». Σε καμία περίπτωση δεν προέκυψαν έσοδα τέτοια από αυτές τις εκμεταλλεύσεις που να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για κοινωνικούς σκοπούς (λ.χ. στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος), λειτουργώντας προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος.

Είναι περισσότερο από βέβαιο ότι και με την μεγάλη στενότητα του τραπεζικού συστήματος για την χρηματοδότηση τέτοιου είδους δραστηριοτήτων ΣΔΙΤ σε μορφές έγγειας περιουσίας του δημοσίου, η οποιαδήποτε παρέμβαση του ιδιωτικού κεφαλαίου (κατασκευαστικού, real estate κλπ.). θα μπορεί να εξασφαλίσει μόνον μια οριακή αποδοτικότητα και κερδοφορία του ιδίου (αποσβέσεις, λειτουργικά έξοδα κ.ά.), που δεν αφήνουν σοβαρά περιθώρια για την είσπραξη ωφελειών για λογαριασμό του δημοσίου. Αλλά κι’ αν ακόμη αυτό επιτευχθεί, δεν πρόκειται παρά για πενιχρά αποτελέσματα, που κατά κανέναν τρόπο δεν μπορούν να καλύψουν τις «μαύρες τρύπες» της κοινωνικής ασφάλισης ή άλλων κοινωνικών προγραμμάτων. Άλλωστε δεν μπορεί κανείς να περιμένει ουσιαστικά την κάλυψη του ετήσιου ελλείμματος του ασφαλιστικού συστήματος (20 δισεκατ. ευρώ απώλειες από την μαζική ανεργία και την αδήλωτη εργασία) από τέτοιου είδους συμμετοχές : Αυτές δεν μπορούν να καλυφθούν παρά με την ανάκαμψη της απασχόλησης των ανέργων και την σχετική εισροή πόρων στα ασφαλιστικά ταμεία και τον κρατικό προϋπολογισμό.

Εκείνο που μπορεί να προβληθεί και να επιχειρηθεί να υλοποιηθεί και που έχει μέγιστη κοινωνική σημασία και μια ορισμένη αποτελεσματικότητα, είναι η κοινωνική παραγωγική αξιοποίηση τμημάτων της περιουσίας του ελληνικού κράτους. Μ’ άλλες λέξεις ο σχηματισμός δημοκρατικών παραγωγικών συνεταιρισμών που απαρτίζονται από το πολυπληθές άνεργο εργατικό δυναμικό (επιστημονικό, τεχνικό κλπ.) σε όλες τις περιφέρειες της χώρας προκειμένου να προχωρήσουν στη λειτουργία και εκμετάλλευση τέτοιου είδους δραστηριοτήτων (λ.χ. τουριστικών εκμεταλλεύσεων, αγροτικών καλλιεργειών κ.ά.). Ένα παράδειγμα μεταξύ πολλών άλλων θα μπορούσε να είναι αυτού του είδους η κοινωνική εκμετάλλευση ολόκληρου του δικτύου της περιουσίας του ΕΟΤ, μέσα από την αναβάθμιση και λειτουργία τους, με σχετικά προσιτό κόστος, τη στιγμή που εδώ και χρόνια ερημώνουν.

Το όφελος θα ήταν από τη μια πλευρά η σχετική συμβολή στην άνοδο του ΑΕΠ μέσα από την ανάπτυξη αυτών των υπηρεσιών, και από την άλλη πλευρά η εξασφάλιση της απασχόλησης ενός μέρους των ανέργων.Σ’ αυτή την περίπτωση οι εκμεταλλεύσεις της δημόσιας περιουσίας περιέρχονται σε μια μορφή συλλογικής ιδιοκτησίας (δημοσίου – συνεταιρισμένων παραγωγών – τοπικής αυτοδιοίκησης), σε κάθε περίπτωση κοινωνικού χαρακτήρα, με δεδομένη προφανώς την αναγκαιότητα δημόσιας τραπεζικής τους χρηματοδότησης για τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων ή τη δημιουργία νέων, για κεφάλαια κίνησης κλπ

πηγή

26 Μαρ 2015

Μπροσούρα του ΠΑΜΕ για τη λειτουργία και δράση των σωματείων με βάση τις θέσεις για την ανασύνταξη του κινήματος - 902.gr


Μπροσούρα του ΠΑΜΕ για τη λειτουργία και δράση των σωματείων με βάση τις θέσεις για την ανασύνταξη του κινήματος - 902.gr

.......Ο συνδικαλιστικός τύπος είναι μια από τις κύριες μορφές επικοινωνίας του σωματείου με τους εργαζόμενους του κλάδου. Το τελευταίο διάστημα με την αύξηση των ταχυδρομικών τελών, πολλά σωματεία αδυνατούν να βγάλουν και να στείλουν την εφημερίδα του σωματείου στα μέλη τους. Να μην αφεθεί στην τύχη ή να παραιτηθούμε από τέτοιες προσπάθειες επαφής με τα μέλη και τους εργαζόμενους του κλάδου. Τι μέτρα πρέπει να παρθούν: • Χρέωση σε νέους ανθρώπους να γράφουν άρθρα σε εφημερίδες που κυκλοφορούν. • Να υπάρχει ενημέρωση γύρω από τις εξελίξεις στον κλάδο, να είναι πραγματική εφημερίδα του σωματείου. Να ενημερώνει, να προπαγανδίζει, να είναι επίκαιρη. • Ανάπτυξη πρωτοβουλιών στο χώρο του διαδικτύου. Στο χώρο του διαδυκτίου, είμαστε πολύ πίσω. Ενώ υπάρχουν αυξημένες δυνατότητες παρέμβασης και ενημέρωσης, υπάρχει καθυστέρηση ή υποτίμηση στη συγκεκριμένη μορφή. Να πάρουμε υπόψη μας, ότι πολύ μεγάλο κομμάτι νεολαίας έχει πρόσβαση στο internet, ψάχνει και ψάχνεται. Σε καμιά περίπτωση δε μπορεί να υποκαταστήσει την προσωπική-άμεση επαφή αλλά δεν παύει ν’ αποτελεί ένα ισχυρό μέσο ενημέρωσης σε ζωντανό χρόνο......


.......Η τέχνη και ο πολιτισμός είναι εφόδια. Είναι τρόπος σκέψης, είναι στάση ζωής. Το δικαίωμα στην πολιτιστική δημιουργία σπάζοντας το δεσμό πολιτισμός=κέρδος που μας κατακλύζει στις μέρες μας, αλλά κυρίως η ανάδειξη μέσω δραστηριοτήτων της ερασιτεχνικής δημιουργίας μέσα στα συνδικάτα αποτελούν άξονες συσπείρωσης. Λαθεμένα συνήθως εκτιμάμε πως τέτοιες πλευρές δε συγκινούν την εργατική οικογένεια, τη νεολαία......


......[για τους άνεργους]. Ο προσανατολισμός με κέντρο-βάρος τη γειτονιά, δε σημαίνει ότι τα σωματεία θα παραιτηθούν από την επαφή και την οργάνωση των ανέργων. Οι κλάδοι θα τροφοδοτούν τη γειτονιά και αντίστροφα. Κάθε σωματείο έχει καθήκον να παρακολουθεί τις εξελίξεις στο χώρο ευθύνης, να έχει επαφή με το μητρώο του. Δεν απαλλάσσεται από την ευθύνη να οργανώνει συνολικά τη δουλειά στον κλάδο, να παίρνει υπόψη του, το άνοιγμα και το κλείσιμο επιχειρήσεων, τις εργασιακές σχέσεις, την ανεργία στον κλάδο. Χρειάζεται: • Να υπάρχει χρεωμένο μέλος της Διοίκησης για τους άνεργους του κλάδου. • Να υπάρχει σταθερή παρακολούθηση στο μητρώο, στον κλάδο • Να αξιοποιείται ως αναντικατάστατος τρόπος δουλειάς, οι συσκέψεις με άνεργους....

......Τα σωματεία πρέπει να έχουν χαρτογραφημένη και συνεχώς επικαιροποιημένη εικόνα για την κατάσταση των μελών τους. Έτσι θεμελιώνονται οι δεσμοί με τους εργαζόμενους. Να γνωρίζει το σωματείο πόσοι είναι άνεργοι, τι προβλήματα αντιμετωπίζουν, πόσα παιδιά έχουν, αν πάνε σχολείο, αν έχουν ρεύμα κ.ο.κ.......

.......Ο βαθμός συνειδητοποίησης σε ένα κλαδικό σωματείο αποτελεί βήμα σε σχέση με την οργάνωση σε ένα επιχειρησιακό σωματείο. Η ίδρυση μιας σειράς κλαδικών σωματείων και η μαζικοποίηση τους, αμβλύνει το συντεχνιασμό, είναι άλμα στη συνείδηση ενός εργάτη στη βάση της ενότητας στον κλάδο, την κοινή δράση απέναντι στη μεγαλοεργοδοσία του κλάδου......

......Τα σωματεία δεν πρέπει να «κρύβονται» πίσω από τη δράση του ΠΑΜΕ, να τυποποιούν τη δράση τους, να αφυδατώνεται η λειτουργία τους. Το ΠΑΜΕ πρέπει να είναι η συσπείρωση της ζωντανής λειτουργίας των σωματείων. Μέσα από αυτήν την προσπάθεια, καταφέρνει να πραγματοποιεί με επιτυχία συντονισμένους αγώνες, απεργιακές κινητοποιήσεις πανελλαδικής εμβέλειας. Αυτό είναι μεγάλη κατάκτηση για το σύνολο των εργαζομένων και επιβάλλεται να ενισχυθεί παραπέρα, ώστε το ταξικό κίνημα να συγκρουστεί από καλύτερες θέσεις με την αντιλαϊκή πολιτική και τη στρατηγική του κεφαλαίου, αντιπαραθέτοντας τα δικά του αιτήματα, τη δική του αντίληψη για το δρόμο ανάπτυξης της οικονομίας και της κοινωνίας με γνώμονα τα συμφέροντα και τις ανάγκες των εργατών και των εργατριών, την κατάργηση της εκμετάλλευσης. Είναι λάθος να δουλεύουμε χωρίς τη γνώμη των σωματείων για μια ενέργεια ή κίνηση του ΠΑΜΕ. Δεν αρκεί μια πλειοψηφία στη Διοίκηση για να είναι ένα σωματείο ενταγμένο στις γραμμές του ΠΑΜΕ. Χρειάζεται ανανέωση της εμπιστοσύνης μέσα από τη συζήτηση και τη διείσδυση της παρέμβασης μας στους εργαζόμενους.

Να μην είναι κανόνας ώστε κεντρικές πρωτοβουλίες των σωματείων να μην έχουν εξουσιοδότηση από γενική συνέλευση, χωρίς τη συμμετοχή των εργαζομένων.

Ψήφισμα της Α' Τακτικής Γενικής Συνέλευσης Μαγείρων Εμπορικού Ναυτικού




Σε ψήφισμα της Α' Τακτικής Γενικής Συνέλευσης της Πανελλήνιας Ένωσης Μαγείρων Εμπορικού Ναυτικού (ΠΕΕΜΑΓΕΝ) τη Δευτέρα 23 Μάρτη, αναφέρεται:

«Τα προηγούμενα χρόνια -κι όχι μόνο της οικονομικής κρίσης- το σύνολο των Ναυτεργατών και ιδιαίτερα των ειδικοτήτων των Μαγείρων, Θαλαμηπόλων, Τροφοδοσίας, Λογιστών, δέχτηκαν επίθεση γενικευμένη από την εργοδοσία, που ανοιχτά απαιτούσε, το διαχωρισμό τους σε σχέση με τις ειδικότητες Μηχανοστασίου - Γέφυρας, την πλήρη κατάργηση των δικαιωμάτων τους που προκύπτουν από τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, με τελικό στόχο, να μετατραπούν σε χαμηλόμισθους, "ανταγωνιστικούς" "ευέλικτους" κ.λπ.

Η απαίτηση αυτή υιοθετήθηκε από το σύνολο των Εφοπλιστικών Ενώσεων και τέθηκε με επιμονή, είτε ως προϋπόθεση για την υπογραφή Συλλογικών Συμβάσεων των υπολοίπων είτε ως λύση για τη βιωσιμότητα των εταιρειών των επιβατηγών πλοίων.

Αντλώντας εμπειρία και διδάγματα από την Ποντοπόρο ναυτιλία, ανατρέχοντας στο παρελθόν, διαπιστώνουμε το μέγεθος της κοροϊδίας, που περιέχει το πάντα διαχρονικό επιχείρημα του ανταγωνισμού, που δεν "επιτρέπει" στη μεγαλύτερη ναυτιλία του κόσμου την απασχόληση Ελλήνων με δικαιώματα.

Η διακίνηση πληρωμάτων μεταξύ ατζέντηδων και ναυτιλιακών εταιρειών ανά το κόσμο είναι ο "επίσημος και αποδεκτός τρόπος" για τη μεγάλη μας Ναυτιλία, αποσπώντας εκατομμύρια δολάρια από την ανάγκη και την αγωνία αλλοδαπών (και όχι μόνο) να εργαστούν, επικαλούμενοι τους νόμους της ελεύθερης αγοράς και την ιδιαιτερότητα της ναυτιλίας ως μια δραστηριότητα εκτός εθνικών ορίων. Το "Ευαγγέλιό" τους αναγιγνώσκεται ως εξής: "Δικά μου είναι τα πλοία - παίρνω όποιον θέλω - πληρώνω όσο θέλω - εκλέγω όποιον θέλω για να νομοθετεί όπως θέλω".

Οι κυβερνήσεις διευκόλυναν αυτές τις πρακτικές και όχι μόνο διεύρυναν προκλητικά τις φοροαπαλλαγές των εφοπλιστών, αλλά θεωρούσαν υποχρέωσή τους κάθε φορά που αναλάμβαναν την εξουσία να αλλάξουν το θεσμικό πλαίσιο εις βάρος των Ναυτεργατών (εγκριτικές πράξεις - άρση του cabotage - N.4150 - υπουργικές αποφάσεις κ.λπ.) συνεπικουρούμενοι από τους γνωστούς "ειδικούς" ΜΜΕ, επιμελητήρια, ΣΕΤΕ, γνωστούς Εμποροαυθεντίες και άλλους, με κοινό τους χαρακτηριστικό την αλλεργία στην πρόταση "εργαζόμενος με δικαιώματα". Και πάντα η λύση που προτείνουν, πλεγμένη στο γαϊτανάκι της λιτότητας, των μειώσεων του μισθού, της ληστείας των συντάξεων κι ας πέφτει η κατανάλωση κι ας κλείνουν τα μαγαζιά κι ας μεγαλώνουν τα ελλείμματα.

Συνάδελφοι, παρά την αλλαγή της κυβέρνησης τα προβλήματα παραμένουν και οξύνονται.

Δεν νομιμοποιούνται στη συνείδησή μας - δεν υπάρχει χρόνος αναμονής.

Αγωνιζόμαστε για να:

Υπογραφούν άμεσα Συλλογικές Συμβάσεις σε όλες τις κατηγορίες πλοίων.

Λύση στο πρόβλημα της απλήρωτης εργασίας στην Ακτοπλοΐα.

Μέτρα για τα θύματα της ανταγωνιστικότητας, τους άνεργους συναδέλφους μας.

Επάνδρωση των πλοίων της Ποντοπόρου Ναυτιλίας με Έλληνες ναυτεργάτες με δικαιώματα.

Κατάργηση των επικίνδυνων για τα πληρώματα και τους επιβάτες υπουργικών αποφάσεων.

Να σταματήσουν οι διώξεις των Ναυτεργατών και των εκπροσώπων τους.

Δημόσια δωρεάν εκπαίδευση και κατάρτιση.

Δεν υπάρχουν πλοία φαντάσματα. Τα κινούσαν και θα τα κινούν πάντα εργαζόμενοι και τους ανήκει το σύνολο του ναυτιλιακού έργου.

Ο εργαζόμενος είναι η κινητήρια δύναμη στη ναυτιλία και στην κοινωνία

πηγή

24 Μαρ 2015

1821




Επισήμως, η επανάσταση του '21 ξεκίνησε στις 25 Μάρτη, ενώ είναι γνωστό ότι στις 21 Μάρτη είχε σηκώσει τη σημαία της επανάστασης ο Π. Καρατζάς στην Πάτρα και στις 23 Μάρτη ο Κολοκοτρώνης απελευθέρωσε την Καλαμάτα, αφού πρώτα από τις 22 Φλεβάρη 1821, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης (αρχηγός της Φιλικής Εταιρίας) είχε περάσει τα σύνορα της Ρωσίας με την οθωμανική αυτοκρατορία, κηρύσσοντας στη Μολδαβία την επανάσταση.
Η επιλογή της 25ης Μάρτη σηματοδοτεί αυτό που το επίσημο κράτος ήθελε να επιβάλει: ότι η «σημαία της Επανάστασης υψώθηκε από το δεσπότη Παλαιών Πατρών Γερμανό». Η επιλογή αυτή έγινε μετά τη νίκη της Επανάστασης, για να επιβάλει στο συμβολισμό και τη συμμετοχή της επίσημης εκκλησίας στην Επανάσταση, παρότι αυτό καθαυτό το γεγονός της «σημαίας στην Αγία Λαύρα από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό» είναι ανύπαρκτο.
Καθώς, όμως, τα γεγονότα είναι πεισματάρικα, να θυμίσουμε ότι η ηγεσία της επίσημης εκκλησίας και στον ελλαδικό χώρο, όπως και το Φανάρι, ήταν εχθρός της Επανάστασης. Ο συγγραφέας της «Ελληνικής Νομαρχίας» «Ανώνυμος Ελλην», «ξεσκεπάζει και μαστιγώνει αλύπητα τους εχθρούς της Επανάστασης, τους εκμεταλλευτές του λαού, τον κλήρο, τους Φαναριώτες, τους κοτζαμπάσηδες», (από το βιβλίο του Νίκου Μπελογιάννη, «Κείμενα από την απομόνωση»). Γνωστοί είναι, επίσης, οι χαρακτηριστικοί διάλογοι του Παπαφλέσσα με τους κοτζαμπάσηδες και τον Παλαιών Πατρών Γερμανό στη Βοστίτσα (σήμερα Αίγιο), στις 26 Γενάρη 1821, όταν ως πληρεξούσιος του Αλέξανδρου Υψηλάντη τους συνάντησε στο σπίτι τού Αντρέα Λόντου, προκειμένου να τους πείσει να συμμετάσχουν στην Επανάσταση. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός αρνιόταν την Επανάσταση, ρωτώντας: «Πού πολεμοφόδια; Πού όπλα; Πού χρήματα πολυάριθμα; Πού στρατός πεπαιδευμένος; Πού στόλος εφοδιασμένος;». Για να καταλήξει: «... Αλλ' εις την εποχήν ταύτην οποία δείγματα θετικότητας έχομεν, διά να πιστεύσωμεν όσα λέει ο Δικαίος και όσα γράφει ο Υψηλάντης;». Ενώ ο Σωτήρης Χαραλάμπης είπε: «... πιστεύω πως η Ρωσία, όπου έχει την ίδια θρησκεία μ' εμάς, θα συντροφέψει τον Υψηλάντη με στρατεύματα... Μα εμείς εδώ, αφού ξεκάνουμε τους Τούρκους, σε ποιον θα παραδοθούμε; Ποιον θα 'χουμε ανώτερο; Ο ραγιάς, αφού πάρει τα όπλα δε θα μας ακούει πια και δε θα μας σέβεται και θα πέσουμε στα χέρια εκείνου, που δεν μπορεί να κρατήσει το πιρούνι να φάει! (σ.σ. αυτός ήταν ο Νικήτας Φλέσσας, αδελφός του Παπαφλέσσα). Κάλλιο οι Τούρκοι κι ο ραγιάς υπόδουλος, παρά λεύτερο έθνος με το λαό να 'χει δικαιώματα»! Αυτό ήταν το πραγματικό τους πρόβλημα. Ο επαναστατημένος λαός, με τα όπλα, θα αφαιρούσε τα προνόμια των κοτζαμπάσηδων, θα αποκτούσε ο ίδιος δικαιώματα.

Αλλά ο Παπαφλέσσας τούς δίνει

22 Μαρ 2015

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΌ ΣΧΈΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΌΦΕΥΚΤΗ ΡΉΞΗ




Κατάρρευση τραπεζών και στάση πληρωμών: ο διπλός εκβιασμός και η απάντηση

Για έναν στοιχειωδώς προσεκτικό παρατηρητή είναι φανερό ότι τα βασικά όπλα εκβιασμού εκ μέρους των δανειστών είναι οι τράπεζες (απειλή κατάρρευσης όταν ο Ντράγκι κλείσει τη στρόφιγγα της παροχής ρευστότητας) και τα τοκοχρεολύσια (στάση πληρωμών του Δημοσίου προς τους δανειστές λόγω διακοπής της χρηματοδότησης… από τους δανειστές).

Στάση
Υπάρχουν απαντήσεις σε αυτές τις δύο βασικές απειλές, σε αυτά τα δύο θεμελιώδη όπλα εκβιασμού; Ασφαλώς και υπάρχουν! Για το ζήτημα της στάσης πληρωμών στα τοκοχρεολύσια του δημόσιου χρέους, η απάντηση είναι ακριβώς η στάση πληρωμών! Το «ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος». Που μάλιστα έχει ισχυρά στοιχεία νομιμοποίησης ακόμη και με αστικούς όρους, αφού είναι οι δανειστές που προκαλούν συνειδητά τη χρηματοδοτική ασφυξία. Έχοντας έστω και μικρό πρωτογενές πλεόνασμα, ο προϋπολογισμός μπορεί να καλύψει μισθούς και συντάξεις χωρίς τα δανεικά της τρόικας, οπότε από μια στάση πληρωμών του ελληνικού Δημοσίου το πρόβλημα θα είναι κατ’ αρχάς όλο της άλλης πλευράς. Ύστερα από το ελληνικό «κανόνι», και μάλιστα εντός ευρώ, οι καπιταλιστικές αγορές θα αρχίσουν να τιμολογούν αλλιώς το αξιόχρεο της Ιταλίας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας, του Βελγίου, της ίδιας της Γαλλίας… Η ελληνική κυβέρνηση δεν χρειάζεται καν να διαγράψει μονομερώς το χρέος: αρκεί η στάση πληρωμών στα τοκοχρεολύσια και η διατύπωση επίσημου αιτήματος για διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους –η διαβρωτική για την Ευρωζώνη δύναμη από μια τέτοια στάση θα είναι τεράστια.
Ναι, αλλά τότε ο Ντράγκι θα κλείσει τη στρόφιγγα της ρευστότητας και οι τράπεζες θα καταρρεύσουν, έρχεται ο αντίλογος. Αυτή είναι λοιπόν η πραγματική απειλή. Υπάρχει απάντηση σε αυτήν; Υπάρχει.
Όλο το πρόβλημα με τις τράπεζες είναι οι καταθέσεις. Οι καταθέσεις έχουν μια διπλή και αντιφατική υπόσταση: με αυτές οι τράπεζες χρηματοδοτούν νοικοκυριά και επιχειρήσεις, ενώ ταυτόχρονα αποτελούν διαρκή απαίτηση των καταθετών από τις τράπεζες. Σε μια ρήξη λοιπόν με τους δανειστές (στάση πληρωμών), οι τράπεζες θα βρεθούν σε διπλή πίεση: οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά από τη μια δεν θα εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους ως δανειζόμενοι, ενώ από την άλλη θα ζητούν να κάνουν ανάληψη των καταθέσεών τους ή θα τις μεταφέρουν στο εξωτερικό σε μαζική κλίμακα. Μοιάζει αδύνατο να ξεφύγει κανείς από αυτή την παγίδα, εκτός αν εφραρμόσουμε ταξικά κριτήρια. Αν καταλάβουμε δηλαδή ότι τόσο τα δάνεια όσο και οι καταθέσεις διαφορίζονται ταξικά. Τα δάνεια προκειμένου για τα νοικοκυριά αφορούν είτε υψηλά εισοδηματικά στρώματα (τους «πλούσιους») είτε τον κόσμο της εργασίας, ενώ προκειμένου για τις επιχειρήσεις αφορούν είτε μεγάλες-κερδοφόρες επιχειρήσεις είτε κατεστραμμένους μικρομαγαζάτορες. Οι δε καταθέσεις είναι προϊόν είτε μισθού (καταθέσεις εργαζομένων) είτε κερδών. Φυσικά πρόκειται για μια εικόνα «σε τελική ανάλυση», που πρέπει να εκλεπτυνθεί με επιμέρους προσδιορισμούς και υποκατηγορίες, αλλά μας δίνει ένα βασικό μπούσουλα.

Μέτρα
Όταν λοιπόν οι τράπεζες βρεθούν στη διπλή μέγγενη, μπορούν και πρέπει να ληφθούν μέτρα έκτακτης ανάγκης που θα έχουν διπλό στόχο: από τη μια να σώσουν τις καταθέσεις που αποτελούν προϊόν του μισθού της εργασίας ή εισόδημα αυτοαπασχολούμενων ελεύθερων επαγγελματιών και μικροαστών, από την άλλη να επιβάλουν την αποπληρωμή των δανείων τους σε επιχειρήσεις (ιδιαίτερα τις μεγάλες και κερδοφόρες) και υψηλά εισοδηματικά στρώματα. Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, πρέπει να ληφθούν μέτρα «έκτακτης ανάγκης»:
• Άμεση απαγόρευση εξόδου κεφαλαίων από τη χώρα: Ένας θηριώδης φορολογικός συντελεστής για τα κεφάλαια που φεύγουν, είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος ώστε οι καταθέσεις-προϊόν κερδών να μη διαφύγουν από τη χώρα.
• Επιβολή πλαφόν στις αναλήψεις καταθέσεων: Ένα μέτρο που προφανώς δεν θα πλήξει τους μικροκαταθέτες και τους μισθοσυντήρητους.
• Αναγκαστική δέσμευση τμήματος των υψηλών καταθέσεων: Κατά προτίμηση με άμεση βαριά φορολόγηση, αλλά έστω με ανταλλαγή μεγάλου μέρους τους με πενταετή ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Θα πρόκειται για έκτακτη εισφορά επί των συσσωρευμένων κερδών.
• Μέτρα για να πληρώσουν οι ιδιώτες μέτοχοι και οι ομολογιούχοι: Συγκέντρωση του σάπιου ενεργητικού των τραπεζών σε «κακή» τράπεζα (bad bank) και μετατροπή του μετοχολογίου των ιδιωτών μεγαλομετόχων σε κοινές μετοχές της «κακής» τράπεζας. Η αντίθετη ακριβώς πρακτική από αυτήν που ακολούθησαν οι μνημονιακές κυβερνήσεις, οι οποίες φόρτωσαν το σάπιο ενεργητικό στο Δημόσιο και πούλησαν έναντι πινακίου φακής τις υγιείς τράπεζες στον Σάλλα και στους ομοίους του.
• Σεισάχθεια: Διαδικασία εκκαθάρισης-ρύθμισης των «κόκκινων δανείων», πάλι με ταξικό κριτήριο, ανάλογα αν είναι δάνεια προς επιχειρήσεις (ιδιαίτερα μεγάλες και κερδοφόρες), προς νοικοκυριά με υψηλά εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία ή προς εργαζομένους, μισθοσυντήρητους, συνταξιούχους ή ανέργους.
Όλα αυτά μπορούν να γίνουν με το «γράμμα του νόμου», αν κηρυχτούν οι ελληνικές τράπεζες σε διαδικασία bail-in, δηλαδή εκκαθάρισης. Εξάλλου, έχουν γίνει στην Κύπρο το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο, στη Σουηδία της δεκαετίας του ’90 το τρίτο, είναι σε συζήτηση το τέταρτο, ενώ τα 4 πρώτα, ως δυνατότητες και όχι με τον τρόπο που τα προτείνουμε εδώ, προβλέπονται από τη διαδικασία του bail-in στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής τραπεζικής εποπτείας.
Είναι όμως προφανές ότι τίποτε από αυτά δεν μπορεί να γίνει αν η κυβέρνηση δεν αποκτήσει άμεσα τον έλεγχο των τραπεζών, του ΤΧΣ και της ΤτΕ, που σημαίνει να τοποθετήσει εδώ και τώρα τις δικές της διοικήσεις, όχι διαλέγοντας από το ψηλό ράφι των ανακυκλούμενων «στελεχών της αγοράς» αλλά από στελέχη αφοσιωμένα σε μια πολιτική ταξικής μονομέρειας!

Το ζήτημα του νομίσματος: η μάχη με τους «έξω» και η μάχη με τους «μέσα»

Στις σχεδόν 50 μέρες ύστερα από τις εκλογές, έγινε ένα άλμα στη συνείδηση των ανθρώπων: κατάλαβαν ότι κατάργηση των μνημονίων και ανατροπή της λιτότητας χωρίς ρήξη και σύγκρουση με την Ευρωζώνη δεν είναι εφικτή. Είναι καιρός και η Αριστερά να καταλάβει αυτή τη σχέση: είναι η εφαρμογή μιας ταξικής πολιτικής που κάνει αναπόφευκτη τη ρήξη με την Ευρωζώνη, και είναι μέσα από μια τέτοια διαδρομή που αυτή η ρήξη πρέπει να ενδιαφέρει την Αριστερά. Διότι κάλλιστα θα μπορούσε να υπάρξει ρήξη με την Ευρωζώνη από μια σκοπιά «εθνική» και όχι ταξική, όπως θα δούμε παρακάτω.

Οι «μέσα» και οι «έξω»

Δεν είναι όμως μόνο αυτό: η ρήξη με τους «έξω» (με την Ευρωζώνη), αν πρόκειται να γίνει με στόχο να καταργήσουμε τα μνημόνια και να ανοίξουμε το δρόμο για την ανατροπή της λιτότητας, προϋποθέτει και συνεπάγεται ταυτόχρονα ρήξη και με τους «μέσα», δηλαδή με την ελληνική αστική τάξη. Πότε η ελληνική κυβέρνηση